Το καλοκαίρι του 2022 η επιφανειακή θερμοκρασία της θάλασσας στις βορειοδυτικές ακτές της Μεσογείου έφτασε, τοπικά, τους 4 °C πάνω από τα κανονικά για την εποχή επίπεδα (με βάση την κλιματική περίοδο 1981-2011), καταγράφοντας θερμοκρασίες έως και 29 °C, για πολλές εβδομάδες1. Αυτός ο θαλάσσιος καύσωνας, ένας από τους ισχυρότερους των τελευταίων ετών στη περιοχή, προκάλεσε θερμική καταπόνηση στα ψάρια του είδους Sparus auratus (τσιπούρα) και Dicentrarchus labrax (ευρωπαϊκό λαβράκι)3. Τα συγκεκριμένα είδη εκτρέφονται σε μονάδες υδατοκαλλιέργειας στη Νοτιοδυτική Ισπανία και αποτελούν από τα σημαντικότερα εκτρεφόμενα είδη ψαριών σε παγκόσμιο επίπεδο. Η θερμική καταπόνηση συχνά οδηγεί στην ανάπτυξη ασθενειών και παράσιτων στα εκτρεφόμενα ψάρια2,4, που μπορεί να προκαλέσουν ακόμη και τον θάνατο, επιφέροντας σημαντικές οικονομικές απώλειες στις υδατοκαλλιέργειες5.
Παρόμοια προβλήματα προκάλεσε ο καύσωνας της θάλασσας που έπληξε τη χώρα μας το καλοκαίρι του 2021, και συγκεκριμένα οδήγησε στην καταστροφή υδατοκαλλιεργειών στον Θερμαϊκό Κόλπο6. Σύμφωνα με δορυφορικές μετρήσεις, η απόκλιση της θερμοκρασίας στην επιφάνεια της θάλασσας στο Αιγαίο και το Ιόνιο Πέλαγος έφτασε τους +5 ºC (με βάση την κλιματική περίοδο 1981-2011)7, δηλαδή ξεπέρασε τοπικά τους 30 °C.
Με αφορμή τις αλλαγές στην ανάπτυξη και τις διατροφικές συνήθειες των πληθυσμών που καλλιεργούνται στις υδατοκαλλιέργειες, οι οποίες σχετίζονται με την επιταχυνόμενη θαλάσσια θέρμανση, ομάδα ερευνητών μελέτησε πρόσφατα τις μεταβολές στις συνθήκες ευημερίας των εκτρεφόμενων ψαριών, εξαιτίας της εμφάνισης θαλάσσιων καυσώνων. Συγκεκριμένα, από το 1980 και μετά η συχνότητα των θαλάσσιων καυσώνων που πλήττουν μερικές από τις μεγαλύτερες μονάδες υδατοκαλλιέργειας της Ισπανίας (στις επαρχίες της Μούρθια και της Βαλένθια, Εικόνα 1), φαίνεται να τριπλασιάζεται ενώ η διάρκειά τους αυξάνεται κατά 50 %, με τη γενικότερη αύξηση της θερμοκρασίας σε όλη τη στήλη του νερού να φτάνει τους 0.75 °C/δεκαετία, σε ορισμένες περιπτώσεις1.
Κατα συνέπεια, τα εκτρεφόμενα ψάρια εκτίθενται πολύ συχνά σε υψηλές θερμοκρασίες, χωρίς να μπορούν να τις αποφύγουν, καθώς τα κλουβιά των υδατοκαλλιεργειών συνήθως βρίσκονται σε βάθη μεταξύ 20 – 40 μέτρων. Παρά την πιθανή μείωση των αρνητικών επιδράσεων της θαλάσσιας θέρμανσης στις περιοχές με ωκεάνια κυκλοφορία ή μεγαλύτερα βάθη, η μελέτη καταλήγει ότι οι θαλάσσιοι καύσωνες μειώνουν σημαντικά τον αριθμό των περιοχών που μπορούν να φιλοξενήσουν υδατοκαλλιέργειες σε βάθος χρόνου, καθώς οι θερμοκρασίες που ευνοούν την ανάπτυξη και αναπαραγωγή των Sparus auratus και Dicentrarchus labrax (25 – 26 °C) απαντώνται πλέον σε μεγαλύτερα βάθη, με το πρόβλημα να εντοπίζεται εντονότερο στις ρηχές περιοχές.
Προκειμένου το πρόβλημα να αντιμετωπιστεί, οι ερευνητές προτείνουν μια σειρά από λύσεις, οι οποίες περιλαμβάνουν τη βύθιση των κλουβιών σε μεγαλύτερα βάθη και πιο κρύα νερά, όπου αυτό είναι εφικτό, με στόχο να προστατέψουν τα εκτρεφόμενα είδη από τα επεισόδια θέρμανσης, τις ασθένειες, τις τοξικές ανθίσεις φυτοπλαγκτού, την έλλειψη οξυγόνου και τις κακές καιρικές συνθήκες κ.α. Παράλληλα, υπογραμμίζουν τη σημασία ανάπτυξης ενός θαλάσσιου χωροταξικού σχεδιασμού κατά την εγκατάσταση υδατοκαλλιεργειών ο οποίος θα λαμβάνει υπόψη του όλες τις παραμέτρους για την επιλογή της κατάλληλης τοποθεσίας, όπως π.χ. την ποιότητα και κυκλοφορία των νερών, την συχνότητα εμφάνισης ακραίων γεγονότων καθώς και το πιθανό αποτύπωμά των υδατοκαλλιεργειών στα γειτονικά θαλάσσια οικοσυστήματα. Εναλλακτικά, η έρευνα αναφέρει την ανάπτυξη υδατοκαλλιεργειών στον ανοιχτό ωκεανό, όπου οι επιπτώσεις των υψηλών θερμοκρασιών μπορούν να αποσοβηθούν ευκολότερα συγκριτικά με τις παράκτιες περιοχές, ή την εκτροφή ειδών τα οποία είναι περισσότερο ανθεκτικά στις υψηλές θερμοκρασίες. Σε γενικές γραμμές, η βιωσιμότητα στον κλάδο της υδατοκαλλιέργειας προϋποθέτει την συνεργασία μεταξύ της επιστημονικής κοινότητας, της βιομηχανίας της αλιείας και των ενδιαφερόμενων μερών καθώς και την ενσωμάτωση της τεχνολογικής προόδους ούτως ώστε οι αρνητικές συνέπειες που απορρέουν από την θέρμανση των ωκεανών να αντιμετωπίζονται με αποτελεσματικό και ολοκληρωμένο τρόπο.
Πηγές:
- Atalah, J., Ibañez, S., Aixalà, L., Barber, X., & Sánchez-Jerez, P. (2024). Marine heatwaves in the western Mediterranean: Considerations for coastal aquaculture adaptation. Aquaculture, 588, 740917.
- Mladineo, I., Trumbić, Ž., Ormad-García, A., Palenzuela, O., Sitjà-Bobadilla, A., Manuguerra, S., Ruiz, C.E., Messina, C.M., 2021. In vitro testing of alternative synthetic and natural antiparasitic compounds against the monogenean Sparicotyle chrysophrii. Pathogens 10, 980.
- Pörtner, H., Knust, R., 2007. Climate change affects marine fishes through the oxygen limitation of thermal tolerance. Science 315, 95–97.
- Scharsack, J.P., Franke, F., 2022. Temperature effects on teleost immunity in the light of climate change. J. Fish Biol. 101, 780–796.
- Toksen, E., Tanrikul, T.T., Balta, F., Koyuncu, E., 2010. Treatment trials of parasites of sea bass (Dicentrarchus labrax) and sea bream (Sparus Aurata). In: Turkey, 2nd International Symposium on Sustainable Development, Sarajevo.
- ΕΘΝΟΣ
- ΕΛΚΕΘΕ