Στις 23 Νοεμβρίου 1977 εκτοξεύτηκε ο πρώτος Ευρωπαϊκός γεωστατικός μετεωρολογικός δορυφόρος Meteosat. Με αυτόν ολοκληρώθηκε η κάλυψη της υδρογείου από δορυφόρους γεωστατικής τροχιάς και μπήκαν τα θεμέλια για μια Ευρωπαϊκή αλλά και παγκόσμια συνεργασία στη δορυφορική μετεωρολογία.
Ο καιρός – και ιδιαίτερα τα ακραία καιρικά φαινόμενα – επηρεάζει τις περισσότερες ανθρώπινες δραστηριότητες. Η δυνατότητα παρακολούθησης ολόκληρης της Γης επιτρέπει στους μετεωρολόγους να παρακολουθούν αδιάλειπτα την εξέλιξη των καιρικών συστημάτων. Οι τυφώνες του Ατλαντικού εμφανίζονται στις εικόνες των δορυφόρων Meteosat πολύ πριν αλληλεπιδράσουν με τη ξηρά ενώ τα δορυφορικά δεδομένα βοηθούν στην πρόβλεψη των τροχιών τους.
Πριν από τους μετεωρολογικούς δορυφόρους, οι μετεωρολόγοι βασίζονταν σε παρατηρήσεις από μετεωρολογικούς σταθμούς εδάφους αλλά και πλωτούς, σε παρατηρήσεις πλοίων καθώς και σε πληροφορίες σχετικά με την ατμόσφαιρα που παρείχαν οι ραδιοβολίσεις και τα αεροσκάφη. Οι δορυφόροι παρείχαν μια τεράστια νέα σειρά πληροφοριών που, σε συνδυασμό με νέα μοντέλα υπολογιστών, βοήθησαν να γίνουν οι προβλέψεις πιο αξιόπιστες για μεγαλύτερες περιόδους.
Ο πρώτος Meteosat αποτέλεσε ορόσημο στην ευρωπαϊκή συνεργασία στο διάστημα. Μεμονωμένες χώρες είχαν ανοίξει το δρόμο με την παρακολούθηση της ιονόσφαιρας από το διάστημα και τις Ευρωπαϊκές διαστημικές διασκέψεις της δεκαετίας του 1960. Σε αυτές συμφώνησαν ότι θα έπρεπε να υπάρχει ένας ευρωπαϊκός μετεωρολογικός δορυφόρος κάτι που τελικά υλοποιήθηκε με τον πρώτο Meteosat.
Η πρώτη εικόνα του Meteosat-1
Το πρόγραμμα Meteosat ξεκίνησε ως γαλλικό έργο, με τη συμμετοχή τόσο της CNES (Centre National d’Études Spatiales) όσο και της γαλλικής μετεωρολογικής υπηρεσίας (Météo France). Ταυτόχρονα, ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Διαστημικής Έρευνας (ESRO, πρόδρομος του ESA) εξέταζε τις δυνατότητες εκτόξευσης και χρήσης δορυφόρων πολικής και γεωστατικής τροχιάς. Η ESRO αποφάσισε να προχωρήσει με ένα γεωστατικό δορυφόρο, ο οποίος θα ήταν προφανώς μια επανάληψη της Γαλλικής προσπάθειας.
Κατά τη διάρκεια μιας μακράς περιόδου μελέτης και διαπραγματεύσεων, τέθηκαν τα θεμέλια ώστε το πρόγραμμα των Meteosat να εξελιχθεί από γαλλικό σε ευρωπαϊκό. Αποφασίστηκε να ιδρυθεί ένα γραφείο της ESA στην Τουλούζη, από όπου θα μπορούσε να αναπτυχθεί και να καθοδηγηθεί το πρόγραμμα των Meteosat.
Ο Meteosat-1 εκτοξεύτηκε στις 13:35 GMT της 23ης Νοεμβρίου 1977 από το Cape Canaveral στη Φλόριντα. Έφτασε σε επιχειρησιακή τροχιά στις 7 Δεκεμβρίου 1977 και η πρώτη του εικόνα στάλθηκε στη Γη στις 9 Δεκεμβρίου. Ήταν ο πρώτος δορυφόρος σε γεωστατική τροχιά που διέθετε κανάλι υδρατμών για να παρακολουθεί την κίνηση της υγρασίας στον αέρα.
Ο νέος δορυφόρος απαιτούσε μεγάλες βελτιώσεις στην υπολογιστική ισχύ της ESA – τόσο σε ότι αφορούσε την τηλεμετρία όσο και στην επεξεργασία των δεδομένων των εικόνων. Από τη θέση του πάνω από τον μεσημβρινό του Γκρίνουιτς, ο Meteosat-1 μπορούσε να καταγράφει το οπτικό του πεδίο κάθε 30 λεπτά, με τα δεδομένα να παρέχονται σε σχεδόν πραγματικό χρόνο στους χρήστες.
Από την πρώτη εικόνα του πρώτου Meteosat-1 έχουν περάσει 40 χρόνια. Οι εικόνες και τα δεδομένα που προέρχονται από αυτόν και τους διαδόχους του έχουν συμβάλει σημαντικά στη βελτίωση της πρόγνωσης του καιρού αλλά και γενικότερα στη μετεωρολογία και κλιματολογία.
Ο δορυφόρος Meteosat
Αν και η παρακολούθηση της κλιματικής αλλαγής δεν περιλαμβάνονταν στους στόχους των πρώτων μετεωρολογικών δορυφόρων, οι εικόνες των αλλαγών στην κάλυψη της γης ή στον πολικό πάγο και τα δεδομένα για τη θερμοκρασία της επιφάνειας της θάλασσας θεωρούνται σημαντικά εργαλεία στην κλιματική έρευνα και μοντελοποίηση.
Μεταξύ της εκτόξευσης του Meteosat-1 και της επίσημης ίδρυσης της EUMETSAT (European Organisation for the Exploitation of Meteorological Satellites), μεσολάβησε περίπου μία δεκαετία. Σήμερα, με σαφείς επιχειρησιακές ευθύνες και χρηματοδότηση, η EUMETSAT έχει γίνει παγκόσμιος παίκτης στη δορυφορική μετεωρολογία. Με 30 κράτη μέλη, η EUMETSAT συνεχίζει να αναπτύσσει νέα δορυφορικά προγράμματα σε συνεργασία με την ESA.
Το πρόγραμμα Meteosat έχει πάντα έναν δορυφόρο σε επιχειρησιακή λειτουργίας σε γεωγραφικό μήκος 0ο. Οι δορυφόροι πρώτης γενιάς (Meteosat First Generation – MFG) και δεύτερης γενιάς (Meteosat Second Generation – MSG) είχανε ένα κοινό χαρακτηριστικό. Είχανε σχήμα τυμπάνου. Όμως οι MSG ήταν περίπου δυόμισι φορές μεγαλύτεροι και προσφέρανε αυξημένη χωρική ανάλυση, 12 φασματικά κανάλια σε αντίθεση με τα τρία των MFG και ταχύτερη σάρωση.
Ο πρώτος των δορυφόρων Meteosat Third Generation (ο MTG-I1) έχει ήδη πάρει θέση στη γεωστατική τροχιά. Mε νέες δυνατότητες (όπως για παράδειγμα η ανίχνευση ηλεκτρικών εκκενώσεων, η αυξημένη χωρική και χρονική ανάλυση και τα περισσότερα φασματικά κανάλια) εγγυάται για την Ευρώπη, τη συνεχή παρακολούθηση της ατμόσφαιρας από το διάστημα έως και τη δεκαετία του 2030.
Πηγή άρθρου και εικόνων: European Space Agency