Σύμφωνα με μια νέα μελέτη της NASA, η οποία δημοσιεύτηκε πρόσφατα στο επιστημονικό περιοδικό Nature, ο πλανήτης έχει απωλέσει 1.453 τετραγωνικά χιλιόμετρα παράκτιων υγροβιότοπων τα τελευταία 20 χρόνια, με ρυθμό 0,28% τον χρόνο. Στη μελέτη παρουσιάζεται η πρώτη παγκόσμια καταγραφή των τοποθεσιών και των αλλαγών των βαλτωδών παράκτιων περιοχών και υπολογίζεται η ποσότητα διοξειδίου του άνθρακα – σημαντικού αερίου του θερμοκηπίου – που εκπέμπεται στην ατμόσφαιρα καθώς υποβαθμίζεται ή χάνεται η βαλτώδης αλυκή.
Οι αλυκές είναι ελώδεις παράκτιες περιοχές που πλημμυρίζουν τακτικά από αλμυρό θαλασσινό νερό και αποτελούν δείκτη της κλιματικής αλλαγής. Προστατεύουν τις παράκτιες κοινότητες από σοβαρές επιπτώσεις από καταιγίδες και άνοδο της στάθμης της θάλασσας και παρέχουν ζωτικό βιότοπο για παράκτια είδη φυτών, ζώων και πτηνών, καθώς και χώρους αναψυχής για τον άνθρωπο. Επιπλέον, οι βαλτώδεις αυτοί υγρότοποι δεσμεύουν άνθρακα στη βλάστησή τους, τυρφώδεις λάσπες και άλλα οργανικά υπολείμματα.
«Οι ελώδεις αλύκες αποθηκεύουν σημαντική ποσότητα άνθρακα και καθώς αυτός ο άνθρακας εκπέμπεται στην ατμόσφαιρα λόγω της υποβάθμισης των υγροτόπων, ωθεί την κλιματική αλλαγή», δήλωσε ο Άντονι Κάμπελ, επικεφαλής της μελέτης από τη NASA. «Πριν από τη μελέτη αυτή, δεν είχαμε χάρτες για το πώς και πού αλλάζουν οι αλυκές. Αυτή η μελέτη μας δίνει μια ιδέα για το πόσο άνθρακας εκλύθηκε τα τελευταία 20 χρόνια».
Ενώ σε μερικά μέρη του κόσμου αυξήθηκαν οι ελώδεις περιοχές τις τελευταίες δύο δεκαετίες, οι επιστήμονες κατέγραψαν συνολική παγκόσμια απώλεια ισοδύναμη με δύο γήπεδα ποδοσφαίρου κάθε ώρα – σημαντική απώλεια, αν και μικρότερη από κάποιες προηγούμενες εκτιμήσεις που βασίζονταν σε δειγματοληψία εδάφους από περιορισμένες τοποθεσίες. Οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Ρωσία συγκεντρώνουν το 64% των συνολικών απωλειών στα αλμυρά έλη κατά τη διάρκεια της περιόδου μελέτης.
Για τη μελέτη, οι επιστήμονες της NASA πραγματοποίησαν μια παγκόσμια και συστηματική ανάλυση αλλαγών δορυφορικών εικόνων που συλλέχθηκαν από το 2000 έως το 2019, ποσοτικοποιώντας τις απώλειες, τα κέρδη και τις ανακτήσεις οικοσυστημάτων αλμυρών ελών. Αναλύοντας δεδομένα από τους δορυφόρους Landsat 5, 7 και 8 στο Google Earth Engine, οι επιστήμονες εντόπισαν τις αλλαγές στους βάλτους.
Μετά την ανάλυση των αλλαγών στο σχήμα και την περιοχή των ελών, εκτιμήθηκε σε παγκόσμια βάση η ποσότητα οργανικού άνθρακα που αποθηκεύτηκε στο έδαφος (σε βιομάζα όπως χόρτα και θάμνοι) και θάφτηκε σε ελώδη εδάφη και ιζήματα. Στη συνέχεια υπολογίστηκε το ποσό του άνθρακα που απελευθερώθηκε από την απώλεια αλυκών και οι καθαρές παγκόσμιες εκπομπές εκτιμήθηκαν σε 16,3 Terragrams διοξειδίου του άνθρακα κατά τη διάρκεια της περιόδου μελέτης, ένα ετήσιο ισοδύναμο των εκπομπών από περίπου 3,5 εκατομμύρια μηχανοκίνητα οχήματα.
Ιστορικά, τα αλμυρά έλη-αλύκες δεν θεωρούνταν σημαντικά οικοσυστήματα για την αποθήκευση και τις εκπομπές άνθρακα, επομένως δεν έγιναν τόσες πολλές προσπάθειες για την παρακολούθηση τους, δήλωσε η Lola Fatoyinbo, ερευνήτρια ελών και μαγκρόβων στο Goddard Space Flight Center της NASA. Όμως στην πραγματικότητα, ένας τέτοιος “μπλε άνθρακας” – ο οργανικός άνθρακας που αποθηκεύεται σε παράκτια και θαλάσσια οικοσυστήματα όπως τα έλη και τα μαγγρόβια φυτά – αποτελούν σημαντικό μέρος του ισοζυγίου του άνθρακα της Γης. Η Fatoyinbo σημείωσε ότι η ενσωμάτωση των οικοσυστημάτων μπλε άνθρακα στη χάραξη διεθνών πολιτικών θα είναι κρίσιμη για την επίτευξη των κλιματικών στόχων των Συμφωνιών του Παρισιού.
Σε όλο τον κόσμο, οι υγρότοποι και τα έλη αλλάζουν λόγω πολλών παραγόντων που σχετίζονται με το κλίμα και την διαμόρφωση των ακτών – από την άνοδο της στάθμης της θάλασσας μέχρι τη διακοπή της παροχής ιζημάτων και την ξηρασία.
«Τα έλη είναι πραγματικά σημαντικά παράκτια οικοσυστήματα και οι απώλειές τους μπορεί να οδηγήσουν σε υψηλές εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα, μεθανίου και άλλων αερίων του θερμοκηπίου από το έδαφος στην ατμόσφαιρα», ανέφερε η Fatoyinbo. Ο νέος παγκόσμιος χάρτης των απωλειών και των αυξήσεων των αλυκών υγροβιότοπων θα μπορούσε να βοηθήσει τις χώρες να κατευθύνουν καλύτερα τη διαχείριση, την προστασία και την αποκατάσταση αυτών των οικοσυστημάτων».
Πηγή: NASA και Nature.com