
Δεν αποτελεί έκπληξη ότι οι χαμηλότερες εκπομπές CO₂ (και οι φθηνότερες τιμές) εντοπίζονται στη Νορβηγία και στη Σουηδία, καθώς το μεγαλύτερο μέρος της παραγωγής τους προέρχεται από υδροηλεκτρικά εργοστάσια (μερίδιο 37.68% το 2024 στη Σουηδία).
Στοιχεία για την Ελλάδα:
Σύμφωνα με τα διαθέσιμα δεδομένα, η Ελλάδα παρουσίασε το 2024:
-
Μέση τιμή χονδρικής ηλεκτρικής ενέργειας: 100,81 €/MWh.
-
Μέση ένταση εκπομπών CO₂: περίπου 400 gCO₂/kWh
Αυτά τα επίπεδα τιμών και εκπομπών κατατάσσουν την Ελλάδα ανάμεσα στις χώρες με υψηλότερες τιμές και εκπομπές στην Ευρώπη. Αυτό οφείλεται κυρίως στην εξάρτηση από ορυκτά καύσιμα, όπως ο λιγνίτης και το φυσικό αέριο, για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας.
Εκτός από την παραγωγή από το ακριβό φυσικό αέριο, η εισαγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από την Τουρκία και τη Βόρεια Μακεδονία, όπου η παραγωγή βασίζεται κυρίως σε ορυκτά καύσιμα (λιγνίτη και φυσικό αέριο) υπονομεύει την πράσινη μετάβαση, καθώς η Ελλάδα καταλήγει να καταναλώνει ηλεκτρισμό από ρυπογόνες μονάδες, κάτι που αντίκειται στις κλιματικές δεσμεύσεις της χώρας.
Η εισαγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από λιγνιτικές μονάδες (π.χ. Βόρεια Μακεδονία) ή από σταθμούς φυσικού αερίου χαμηλής απόδοσης (π.χ. Τουρκία) αυξάνει έμμεσα τις συνολικές εκπομπές CO₂ του ελληνικού ενεργειακού μείγματος. Στη Βόρεια Μακεδονία μάλιστα, ο λιγνίτης που χρησιμοποιείται προέρχεται από τα λιγνιτορυχεία της Φλώρινας, δηλαδή χρησιμοποιούν ελληνικά αποθέματα λιγνίτη.
Η Ελλάδα αντί να επενδύει σε τοπικές ΑΠΕ, αποθήκευση ενέργειας και νέες διασυνδέσεις, διατηρεί την εξάρτησή της από εισαγόμενο ηλεκτρισμό.
Η σύνδεση μεταξύ του κόστους και των εκπομπών CO₂ είναι ξεκάθαρη: δεν υπάρχει καμία χώρα ή ζώνη με υψηλό κόστος και χαμηλές εκπομπές CO₂, ούτε με χαμηλό κόστος και υψηλές εκπομπές CO₂.
Πηγές:
electricitymaps.com